Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

Η Γυναίκα της Ζάκυθος του Διονυσίου Σολωμού

 

Η Γυναίκα της Ζάκυθος

 

Από την στοσελίδα του Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων

Οξύτατο πεζό σατιρικό έργο, που έχει στόχο να σατιρίσει την ανήθικη και αντεθνική στάση ενός ανώνυμου γυναικείου προσώπου, της Γυναίκας της Ζάκυθος. Είναι προφανές ότι το άγνωστο σήμερα σε εμάς γυναικείο πρόσωπο ήταν τότε, την εποχή που ο Σολωμός έγραφε τη σάτιρά του εναντίον της, γνωστό στην ζακυνθινή κοινωνία και πιθανότατα ανήκε στην τάξη των ευγενών/πλουσίων, αν αναγνωρίσουμε ως ρεαλιστικά τα βιογραφικά στοιχεία που δίνει το ίδιο το σατιρικό κείμενο. Πάντως, μια από τις πιο πιθανές υποθέσεις είναι αυτή που ταυτίζει την εκτρωματική Γυναίκα με τη σύζυγο του Δημητρίου Σολωμού Ελένη Αρβανιτάκη.
Την αφήγηση και τη σατιρική επίθεση εναντίον της Γυναίκας έχει αναλάβει ο ιερομόναχος Διονύσιος, ποιητικό προσωπείο του Σολωμού. Ο τίτλος, άλλωστε, που χρησιμοποίησε ο ίδιος για το έργο είναι: «Όραμα του Διονύσιου Ιερομόναχου, εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου» («Visione di Dionisio Ιερομόναχο εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου»). Το έργο είναι γραμμένο στη δημοτική γλώσσα με πολλά ζακυνθινά ιδιωματικά στοιχεία και με έντονο προφητικό ύφος, κατά το πρότυπο της Αποκάλυψης του Ιωάννη και της Υπερκάλυψης του Φόσκολο. Χωρίζεται σε αριθμημένα κεφάλαια και το κάθε κεφάλαιο σε αριθμημένες παραγράφους ο αριθμός των οποίων ποικίλλει. Η σύνταξη χαρακτηρίζεται από τη χρήση του μεταβατικού συνδέσμου και, όπως στην Αποκάλυψη και την Υπερκάλυψη.
Η σύλληψη της Γυναίκας της Ζάκυθος τοποθετείται πιθανότατα το 1826, σχεδόν παράλληλα με την πτώση του Μεσολογγιού, γεγονός που αποτελεί σαφές ιστορικό πλαίσιο της δράσης και της αφήγησης του πεζού σατιρικού έργου. Το 1829, με την μετοίκησή του στην Κέρκυρα, ο Σολωμός καθαρογράφει το κείμενο της πρώτης επεξεργασίας του έργου (στο τετράδιο Ζακύνθου αρ. 13) και στη συνέχεια το επεξεργάζεται ξανά, κυρίως προσπαθώντας να αναπτύξει καινούρια επιμέρους θέματα, έτσι ώστε να αντιπαραθέσει στον αρνητικό χαρακτήρα της Γυναίκας περιπτώσεις που παραδειγματίζουν τη θετική ανθρώπινη συμπεριφορά. Για τον λόγο αυτό αποφασίζει να αναπτύξει και να ενσωματώσει στο πεζό σατιρικό κείμενο το όραμα του Ιερομόναχου και την «Προφητεία πάνω στο πέσιμο του Μεσολογγιού», δηλαδή το λεγόμενο Α´ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκισμένων, καθώς και σκηνές που να αποτυπώνουν την πάνδημη αναστάτωση του νησιού της Ζακύνθου με αφορμή την κορύφωση της πολιορκίας στο Μεσολόγγι, έτσι ώστε να αντιπαρατεθούν στην ανθελληνική μορφή της Γυναίκας. Επίσης, αποφασίζει να μεταφέρει και να ενσωματώσει το υπό επεξεργασία ποίημα της Νεκρικής Ωδής ΙΙ, γραμμένο με αφορμή το θάνατο μιας αγνής «κορασιάς», προκειμένου να αντιπαρατεθεί στην κοινωνικά και ηθικά επιλήψιμη δράση της Γυναίκας. Τα σχέδια αυτά δεν έχουν προλάβει να ολοκληρωθούν, όταν, αιφνιδιαστικά, τον Νοέμβριο του 1833 το έργο υφίσταται νέα συνολική επεξεργασία.
Το τρίτο στάδιο επεξεργασίας της Γυναίκας της Ζάκυθος, που ξεκινά τον Νοέμβριο του 1833, συνδέεται με την γνωστή οικογενειακή δίκη του Διονυσίου και του Δημητρίου Σολωμού με τον ετεροθαλή αδερφός τους Ιωάννη Λεονταράκη. Με αφορμή, ακριβώς, το σκάνδαλο που μόλις έχει ξεσπάσει (Νοέμβριος 1833), ο Σολωμός αποφασίζει να εισαγάγει στον αφηγηματικό ιστό του πεζού σατιρικού έργου τη μορφή του Διαβόλου, ο οποίος θα παρουσιάζεται στην αρχή, στη μέση και στο τέλος και θα κατευθύνει πλέον όλη τη δράση του κακού. Στο τέλος, θα σατιρίζει και τα πρόσωπα της δίκης, και συγκεκριμένα τον δικηγόρο του Ιωάννη Λεονταράκη, Ναπολέοντα Ζαμπέλη. Ωστόσο, η ιδέα αυτή δεν προχωρά, ίσως γιατί προϋποθέτει πολλές και δραστικές αλλαγές στο έργο. Έτσι, ο Σολωμός το εγκαταλείπει ανολοκλήρωτο, προκειμένου να ασχοληθεί άμεσα με τη σάτιρα των προσώπων που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είχαν πάρει το μέρος του ετεροθαλούς αδερφού του Ιωάννη, σάτιρα που οδήγησε στη σύνθεση της Τρίχας και στη συνέχεια του οκταμερούς Συνθέματος 1833-1834.
Εκδόσεις: Η Γυναίκα της Ζάκυθος δεν συμπεριλήφθηκε στην πρώτη μεταθανάτια έκδοση του σολωμικού έργου από τον Πολυλά (Διονυσίου Σολωμού Τα Ευρισκόμενα, Κέρκυρα [1859] 1998), πιθανότατα γιατί δεν το επέτρεψε ο αδερφός του ποιητή Δημήτριος. Το έργο έγινε για πρώτη φορά γνωστό το 1927, με την έκδοσή του από τον Κ. Καιροφύλα (Σολωμού Ανέκδοτα έργα, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα). Μια νέα έκδοση του έργου, σημαντικά βελτιωμένη, επιχειρείται το 1944 από τον Λίνο Πολίτη (Η Γυναίκα της Ζάκυθος, Ίκαρος, Αθήνα), ο οποίος θα εκδώσει ξανά το κείμενο το 1955, με μικρές αλλαγές, στο πλαίσιο των Απάντων του ποιητή (Διονυσίου Σολωμού Άπαντα, τόμ. Β´: Πεζά και Ιταλικά, Έκδοση – Σημειώσεις Λίνος Πολίτης, Ίκαρος, Αθήνα, [1955] 1986). Θα ακολουθήσει η μνημειώδης διπλωματική έκδοση των σολωμικών χειρογράφων, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και τα χειρόγραφα της Γυναίκας της Ζάκυθος (Διονυσίου Σολωμού Αυτόγραφα Έργα, τόμ. Α´: Φωτοτυπίες, τόμ. Β´: Τυπογραφική Μεταγραφή, Επιμέλεια Λίνος Πολίτης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1964. βλ. τώρα την αναθεωρημένη επανέκδοση: Διονυσίου Σολωμού Αυτόγραφα Έργα, Ενότητα 5: Η Γυναίκα της Ζάκυθος, τόμ. Α´: Φωτοτυπίες, τόμ. Β´: Τυπογραφική Μεταγραφή, Επιμέλεια Λίνος Πολίτης, Δεύτερη έκδοση αναθεωρημένη Ελένη Τσαντσάνογλου, Aθήνα, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης – Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης – Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, 1998). Στην έκδοση των Αυτογράφων, καθώς και στις καίριες παρατηρήσεις του Louis Coutelle (Formation poétique de Solomos (1815-1833), Ερμής, Αθήνα 1977) σχετικά με τα στάδια επεξεργασίας του έργου, θα στηριχθούν εφεξής όλες σχεδόν οι εκδόσεις, είτε αφορούν όλα τα στάδια του έργου, όπως η έκδοση που επιχειρήθηκε από τον Octave Merlier (Solomos, La Vision prophétique du moine Dionisios ou la Femme de Zante, Les Belles Lettres, Παρίσι), η οποία κυκλοφόρησε μεταθανάτια, το 1987, και με γαλλική μετάφραση, ή η έκδοση που επιμελήθηκε η Ελένη Τσαντσάνογλου το 1991 (Διονυσίου Σολωμού, Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Όραμα του Διονύσιου Ιερομόναχου, εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου, Ηράκλειο, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη), είτε προκρίνουν μια κυρίως μορφή του, όπως, για παράδειγμα, οι εκδόσεις που επιμελήθηκαν ο Γ. Π. Σαββίδης («Εισήγηση σε μια νέα ανάγνωση της ‘Γυναίκα της Ζάκυθος’», περ. Περίπλους, τχ. 9-10, Άνοιξη-Καλοκαίρι 1986, 11-28), και πάλι η Ελένη Τσαντσάνογλου (Διονύσιος Σολωμός, Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Όραμα του Διονύσιου Ιερομόναχου, εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου, Ωκεανίδα, Αθήνα 1993), ο Στ. Αλεξίου (Διονυσίου Σολωμού, Ποιήματα και Πεζά, Στιγμή, Αθήνα 1994) και η Ines di Salvo (Dionisio Solomos, Visione di Dionisio, L’epos, Παλέρμο 1995 - με ιταλική μετάφραση).

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΜΠΑΡΚΕΡ: Ενας τραγικός τού σήμερα // UND


ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΜΠΑΡΚΕΡ: 

Ενας τραγικός τού σήμερα // UND


Ο Βρετανός Χάουαρντ Μπάρκερ, είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς των τελευταίων 40 χρόνων.

  • «Εξόριστος»
Πολυπράγμων, με ποιητικές συλλογές, δοκίμια, ζωγραφικό έργο, αλλά και μια δική του θεατρική ομάδα, που ανεβάζει αποκλειστικά δικά του έργα εδώ και μια εικοσαετία, ο Χάουαρντ Μπάρκερ ανήκει στους «δύσκολους» Βρετανούς συγγραφείς. Το γεγονός αυτό του κόστισε σε δημοτικότητα, αλλά του «χάρισε» στενούς δεσμούς με τη νεότερη γενιά της βρετανικής δραματουργίας και ειδικότερα με τη Σάρα Κέιν. Αναγνωρισμένος στη Γαλλία περισσότερο από ό,τι στη χώρα του, όπου νιώθει σχεδόν εξόριστος, ο 62χρονος σήμερα Μπάρκερ αποκαλεί το θέατρό του «θέατρο της καταστροφής», που έλκει την καταγωγή του από την ελισαβετιανή τραγωδία.
Τα έργα του υπονομεύουν τη γραμμική αφήγηση που καταλήγει σε κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα ή νόημα. Αποστρέφονται τον διδακτισμό, αλλά και την οποιαδήποτε ιδεολογική στράτευση, παρά τη βαθιά πολιτική συνείδηση του συγγραφέα τους. «Το θέατρο που γράφω», σημειώνει χαρακτηριστικά, «επινοεί τον δικό του κόσμο», έναν κόσμο που δεν μιμείται την πραγματικότητα ούτε συμβάλλει στην αλλαγή της, που δεν προσπαθεί να μας παρηγορήσει ούτε να μας διαπαιδαγωγήσει, αλλά να μας οδηγήσει στη βαθύτερη γνώση του Εαυτού. Για τον Μπάρκερ, το θέατρο «δεν μορφώνει, γιατί το να μορφώνεις σημαίνει να απλοποιείς».

«Το θέατρο της καταστροφής» δεν είναι μία ακόμα θεωρία για το θέατρο. Αποτελεί τον πυρήνα της τραγωδίας στην εποχή μας, «τραγωδία δίχως κάθαρση», θα πει ο Μπάρκερ. Ξεκινάει από την πεποίθηση ότι η τέχνη δεν αποτελεί καταναλώσιμο αγαθό. Στόχος της τέχνης είναι να ερεθίσει, να διεγείρει τη συνείδηση, «όπως ο κόκκος της άμμου το έντερο του όστρακου.» Εδώ το κοινό καλείται να απελευθερωθεί από την ανάγκη της καθοδήγησης και  χειραγώγησής του από τις απόψεις του συγγραφέα – ποιος άλλωστε μπορεί να ενδιαφέρεται γι αυτές ;- ν’ ανακαλύψει την ατομικότητά του και να αφήσει ελεύθερη τη φαντασία του.


H "Ούντ" γράφτηκε το 1999 και διηγείται την ιστορία μιας μοναχικής γυναίκας που περιμένει τον εραστή της. Καθώς η ώρα περνά, η ερωτική ανυπομονησία της εκφράζεται και μέσα από αναφορές σε πράξεις βίας, οι οποίες συνδέονται με το αντικείμενο του πόθου της, τον άντρα που άλλοτε εμφανίζεται ως ιδανικός εραστής κι άλλοτε ως μια μορφή δαιμονικής εξουσίας.
Στο ερωτικό παιχνίδι της δύναμης και της εξουσίας που παίζεται ανάμεσά τους η Ούντ ανακαλεί στη μνήμη της παράδοξες εικόνες κι εμπειρίες που υπερβαίνουν τα όρια μιας συμβατικής σχέσης συνδέοντας το προσωπικό τραυματικό της πάθος με τη συλλογική, ιστορική, εμπειρία του ανθρώπινου πόνου. Η Ούντ είναι μια ανατομία του ερωτικού πάθους και των τραγικών εμπειριών του σύγχρονου κόσμου. Το απρόσμενο τέλος επιβεβαιώνει τη φήμη του Μπάρκερ ως κάλτ συγγραφέα που καταφέρνει να διαπραγματεύεται εξαντλημένα θέματα με τρόπο απρόβλεπτο και συναρπαστικό. Το έργο χαρακτηρίσθηκε ομόφωνα ως ένα εξαίρετο κείμενο, σπάνιο ως προς τη θεματική και δομική του πραγμάτωση-φαντασιακή και ποιητική σύλληψη μιας οριακής βαρβαρότητας.